- ἐκπτώτους
- ἔκπτωτοςabjectmasc/fem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Βενέδικτος — I Όνομα παπών και αντιπάπων της Kαθολικής Εκκλησίας. 1. Β. Α’, ο επονομαζόμενος Μπονόζο. Πάπας της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (575 578). Ρωμαϊκής καταγωγής, διαδέχτηκε τον Ιωάννη Γ’. Στη διάρκεια της παποσύνης του η Ρώμη δέχτηκε την επίθεση των… … Dictionary of Greek
Ιερά Σύνοδος — Γενική ονομασία για τα κεντρικά διοικητικά σώματα της Εκκλησίας της Ελλάδος. Αυτά είναι: η Ι.Σ. της Ιεραρχίας, η Διαρκής Ι.Σ. και η Γενική Εκκλησιαστική Συνέλευση. Η πρώτη αποτελεί την ανώτατη εκκλησιαστική αρχή και έχει τις εξής αρμοδιότητες: α) … Dictionary of Greek
Μαρία Καρολίνα — (Maria Carolina, Βιέννη 1752 – Χότσεντορφ, Βιέννη 1814). Βασίλισσα της Νάπολης (1768 1812). Ήταν κόρη του αυτοκράτορα Φραγκίσκου A’ και της Μαρίας Θηρεσίας των Αψβούργων. Το 1767 παντρεύτηκε τον Φερδινάνδο Δ’ της Νεάπολης, ο οποίος κηδεμονευόταν… … Dictionary of Greek